Πρόσφατα ανέσυρα κάποια άρθρα του 2005, που αναφέρονταν στην ψυχολογία της εργασίας και της οικονομίας. Δεν παριστάνω βέβαια το Νοστράδαμο, ούτε ειδικεύομαι στις οικονομικές προβλέψεις. Ωστόσο η οπτική του ατόμου και της κοινωνίας από την πλευρά της ψυχολογίας οδηγεί αβίαστα σε συμπεράσματα που επαληθεύονται στο παρόν. Διαβάζοντας ξανά το συγκεκριμένο κείμενο μου φάνηκε τόσο αυτονόητο το κείμενο, έχοντας πλέον τα βιώματα των τελευταίων ετών!
Παραθέτω απόσπασμα:
«Η αλήθεια είναι ότι εργαζόμαστε πολύ, αμειβόμαστε λίγο, ενώ παράγουμε αρκετά, δεν είμαστε ανταγωνιστικοί σε ότι παράγουμε και οι επιχειρήσεις ενώ έχουν εντυπωσιακή κερδοφορία (σύμφωνα με τον καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου Γ. Κουζή 10% μεγαλύτερη από τις χρυσές δεκαετίες ‘60 –’70) δεν βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητά τους, αλλά μπαίνουν στα «σεντούκια» των επιχειρήσεων.
Οι εισαγωγές μας είναι πολλαπλάσιες των εισαγωγών και συνεπώς δεν εισρέει κεφάλαιο από το εξωτερικό και ξένες επενδύσεις δεν γίνονται. Με την απάτη του χρηματιστηρίου, τα καταναλωτικά δάνεια, τις πιστωτικές κάρτες και άλλες επιθετικές μεθόδους απόσπασης κεφαλαίων πλήττεται τελικά το εισόδημα των νοικοκυριών και οι εργαζόμενοι οδηγούνται σε εντατικοποίηση. Στόχος να δουλεύουν περισσότερο για να καλύπτουν τα χρέη τους και να είναι έτοιμοι να δηχθούν κάθε στιγμή την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Τέλος κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις, απομυζούν δημόσιους πόρους με την ανοχή των πολιτικών, αναλαμβάνοντας ακριβά και συχνά κακής ποιότητας δημόσια έργα.
Είναι φανερό ότι ενώ οι εργαζόμενοι υποφέρουν, οι επιχειρήσεις μεγιστοποιούν το κέρδος τους. Αποτελεί φυσικά κοινό τόπο ότι η μεγιστοποίηση του κέρδους των λίγων εις βάρος των πολλών είναι συνδεδεμένο με τον καπιταλισμό. Τι γίνεται όμως όταν το σύστημα ασθενεί με ψυχογενή βουλιμία; Η ψυχογενής βουλιμία είναι μια ασθένεια με χαρακτηριστικό τα επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας, στη διάρκεια των οποίων το άτομο δεν μπορεί να ελέγξει τον εαυτό του και να σταματήσει να τρώει. Η βουλιμία του σύγχρονου καπιταλισμού θα οδηγήσει κατά πολλούς στην (αυτό;)καταστροφή.
Εφόσον κανένας άλλος παράγοντας της οικονομίας δεν είναι πρόθυμος να λογικευτεί, την νύφη πληρώνει ο αδύναμος ή εκείνος που δεν μπορεί να συμμετέχει σε οργανωμένες ομάδες πίεσης. Όμως τώρα έρχεται και η ώρα του εργαζόμενου. Τα τελευταία χρόνια το συνδικαλιστικό κίνημα έχει υποδομηθεί, καθώς έπαψε να είναι αδέσμευτο (οι επικεφαλείς του γίνονται κατά παράδοση βουλευτές για τις υπηρεσίες που προσφέρουν), ο κόσμος βαρέθηκε και έπαψε να συγκινείται από κούφια λόγια, υπάρχει ιδεολογική σύγχυση στους παραδοσιακούς υπερασπιστές των εργασιακών δικαιωμάτων και επικρατεί ο ατομικισμός. Παράλληλα τα λάθη και οι σκοπιμότητες των «εργατοπατέρων» υπερτονίζονται και στηλιτεύονται από τα αδηφάγα μέσα πληροφόρησης που υπηρετούν τις σκοπιμότητες των ιδιόκτητών του (που είναι και εργολήπτες δημοσίων έργων και μεγάλοι χρεοφειλέτες του δημοσίου). Τώρα που έρχεται η ώρα της επαναδιαπραγμάτευση των εργασιακών σχέσεων δεν υπάρχει ουσιαστικά εργατικό κίνημα. Στόχος των επιχειρήσεων η νέα διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ώστε να απασχολούν τους εργαζόμενους σύμφωνα με τις ανάγκες τους (με απόφαση του διευθυντή), με ατομική συμφωνία με τον εργαζόμενο (όχι βάσει συλλογικής σύμβασης εργασίας), χωρίς να πληρώνει υπερωρίες και χωρίς να προσλαμβάνει έκτακτο προσωπικό.
Τα παραπάνω, ενώ δεν είναι αποτελεσματικά ως μέτρα οικονομικού χαρακτήρα με ευρύτερη χρησιμότητα, έχουν μεγάλο ενδιαφέρον για την ψυχολογία, καθώς προαναγγέλλουν αλλαγές στα ατομικά και κοινωνικά πρότυπα ζωής και ανάπτυξης.
Ο καταναλωτισμός, η ανάδειξη της ιδιωτικότητας, δηλαδή της κοινωνικής στάσης «το μόνο που μετράει είναι οι δικές μου υποθέσεις» και η παντοδυναμία των αγορών χαρακτηρίζουν και τις διαπροσωπικές σχέσεις στους χώρους εργασίας. Ο εργαζόμενος καλείται να προσαρμοσθεί, να κερδίσει περισσότερα χρήματα, να ανέλθει στην ιεραρχία και πάνω από όλα να μην χάσει τη δουλειά του! Έτσι ο ένας στους τρεις εργαζόμενους στην Ελλάδα ξεπερνά αρκετά τις 40 ώρες εργασίας ανά εβδομάδα και φυσικά το στρες κυριαρχεί στη ζωή του, λόγω των ιδιαίτερα αυξημένων απαιτήσεων. Η αύξηση του πραγματικού χρόνου εργασίας (ενώ έχουμε ήδη από τις υψηλότερες στην Ευρώπη) και η κατ' ουσία μονομερής επιβολή της επιμήκυνσης του χρόνου εργασίας, αφού κανείς εργαζόμενος δεν θα πάει κόντρα στις αποφάσεις του προϊσταμένου του, οδηγούν σε δραματική μείωση του χρόνου για οικογένεια, παιδιά, κοινωνικές σχέσεις και τον ελεύθερο χρόνο. Η ζωή των εργαζομένων εντατικοποιείται χωρίς προηγούμενο, την στιγμή που στην Ιαπωνία αυξάνονται οι φωνές που επικρίνουν την εντατικοποίηση (σε μια χώρα που οι εργαζόμενοι κοιμούνται συχνά στο γραφείο σε ειδικά διαμορφωμένα συρτάρια – που μοιάζουν με φέρετρα). Ο αριθμός των ανθρώπων που ταυτίζουν τον εργασιακό και τον κοινωνικό χώρο αυξάνεται συνεχώς. Στο χώρο του γραφείου εξυπηρετούνται παράλληλα και οι περισσότερες κοινωνικές ανάγκες, όπως η αναζήτηση φίλων και γνωριμιών. Τα προβλήματα που μέχρι πρότινος θεωρούνταν ιδιωτικά και αφορούσαν κυρίως σε προσωπικά ζητήματα μεταφέρονται στον χώρο εργασίας. Παρόλα αυτά το στρες, ο ανταγωνισμός και η καχυποψία υπονομεύουν την υγεία του εργασιακού περιβάλλοντος και επιδεινώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις.
Παράλληλα οι συνθήκες εργασίας χειροτερεύουν στο όνομα της μείωσης του κόστους, με αποτέλεσμα την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων και της αύξησης των επαγγελματικών ασθενειών. Το τελευταίο σε συνδυασμό με την ανασφάλιστη εργασία αμφισβητεί το κατοχυρωμένο δικαίωμα στην υγεία και δοκιμάζει την ηθική μας.
Τέλος η μείωση του οικογενειακού εισοδήματος, εκτός από τα αυτονόητα προβλήματα που επιφέρει, οδηγεί σε αδυναμία σχεδιασμού για το μέλλον και σε μείωση των δαπανών που είναι απαραίτητες (προληπτική ιατρική, παιδεία, ελεύθερο χρόνο) για την ευζωία και την προσωπική ανάπτυξη. Δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση για να καταλάβει κάνει ότι ανεξάρτητα του βαθμού που επιδρά η μείωση του εισοδήματος σε κάθε οικογένεια, το ακόμα πιο σοβαρό ζήτημα είναι ότι την κρίση πληρώνουν οι νέοι και τα παιδιά, με λιγότερη παιδεία, χειρότερη σωματική και ψυχική υγεία και τελικά δυσοίωνες προοπτικές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου